- γλυκερόζη
- ηη γλυκερίνη.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
γλυκεριναλδεΰδη — Κρυσταλλική ουσία, που σχηματίζεται από τον μεταβολισμό των σακχάρων. Έχει τύπο CH2OHC HOHCHO και ονομάζεται επίσης γλυκερόζη (επιστημονική ονομασία: 2,3 διϋδροξυπροπανόλη) Αποτελεί τον απλούστερο αντιπρόσωπο των αλδοζών, που περιέχουν στο μόριό… … Dictionary of Greek